Λαμπρύνθηκε, λοιπόν, μὲ τὸ ἴδιο φῶς καὶ τὸ
προσκυνητὸ ἐκεῖνο σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ἱμάτια, ἀλλ᾽ ὄχι ἐξίσου.
Διότι τὸ μὲν πρόσωπό Του σὰν τὸν ἥλιο ἔλαμψε,
τὰ δὲ ἱμάτια, ἐφόσον ἄγγιζαν
τὸ σῶμα Του, ἔγιναν
φωτεινά. Καὶ ἔδειξε μὲ αὐτὸ ποιές
εἶναι οἱ στολὲς τῆς
δόξας, ποὺ θὰ ἐνδυθοῦν κατὰ τὸν
μέλλοντα αἰῶνα ὅσοι πλησίασαν τὸν Θεό,
καὶ ποιά εἶναι τὰ ἐνδύματα
τῆς ἀναμαρτησίας, τὰ ὁποῖα ὅταν ἀπέβαλε ὁ Ἀδὰμ λόγῳ τῆς
παραβάσεως, φαινόταν γυμνὸς καὶ αἰσθανόταν
ντροπή. Ὁ μὲν θεῖος Λουκᾶς λέει:
«Ἔγινε ἡ μορφή Του διαφορετικὴ καὶ ἡ ἐνδυμασία
Του λευκὴ καὶ ἀπαστράπτουσα»,
βλέποντας ὅτι ὅλα τὰ ἐκεῖ
τελούμενα δὲν ἔχουν κάτι ἀντίστοιχο
νὰ συγκριθοῦν. Ὁ δὲ Μᾶρκος εἰκονίζει
μὲν τὰ ἱμάτια,
λέγοντας ὅμως ὅτι εἶναι
στιλπνὰ καὶ λευκὰ σὰν χιόνι
ἔδειξε καὶ αὐτὸς ὅτι οἱ εἰκόνες
καὶ τὰ παραδείγματα ὑστεροῦν ἔναντι τῆς θέας
τῶν ἱματίων ἐκείνων.
Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμάς