8 Σεπτεμβρίου 2019

Ὦ Κόρη, χρυσοσκέπαστη καὶ ευλογημένη.

    Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού*
Κρίνο πο ξεφύτρωσες νάμεσα στ᾿ γκάθια, π τν πι εγενικ κα βασιλικ ρίζα το Δαβίδ. 
Χάρη σ Σένα, Παρθένε, πλουτίσθηκε βασιλεία μ τν εροσύνη. Χάρη σ Σένα μετακινήθηκε νόμος κα νακαλύφθηκε τ πνεμα, πο κρυβότανε κάτω π τ γράμμα, φο ερατικ ξουσία 
πέρασε π τ λευιτικ στ δαβιτικ φυλή. 
Ρόδο , πο ξεφύτρωσες μέσα π τ᾿ γκάθια τν ουδαίων, 
κα πλημμύρισες μ τ θεϊκό σου ρωμα τ σύμπαντα. 
Κόρη το δμ κα Μητέρα το Θεο
Ελογημένη μέση κα τ σπλάγχνα π᾿ που βλάστησες.

Ελογημένη γκαλι πο σ κράτησε κα τ χείλη πο πολαύσανε τ γνά σου φιλιά, δηλαδή τ χείλη τν γονιν σου μονάχα, 
γι ν μείνεις πάντοτε, σ᾿ λα παρθένος.
Σήμερα ρχίζει σωτηρία το κόσμου. 
«Δοξολογστε τν Κύριο λη γ, τραγουδστε κα χορέψτε κα παξτε τ ργανα»! Φωνάξτε δυνατά, φωνάξτε, μ φοβάστε, 
γι χάρη μας γεννήθηκε Μητέρα το Θεο στν γία Προβατικ Πύλη, π᾿ που καταδέχθηκε ν γεννηθε μνς το Θεο πο πρε πάνω του τν μαρτία το κόσμου.
Στ Σιν Λόγος το Θεο γραψε, μ δάχτυλο τ Πνεμα, 
νόμο σ πέτρινες πλάκες. Στν Παρθένο Μαρία μ τ γιο Πνεμα κα μ τ αμα της σαρκώθηκε ατς διος Λόγος το Θεο 
κα παρέδωσε λυτρωτικ φάρμακο γι τ δική μας φύση τν αυτό του. κε στν ρημο τ μάννα. δ στν Παναγία Ατός, 
πο δωσε τ γλυκύτητα στ μάννα. ς σκύψει τ κεφάλι περίφημη σκην το μαρτυρίου, πο φτιαξε στν ρημο Μωυσς, 
π πολύτιμα κα λογιν – λογιν λικά, κα πρν π᾿ ατ σκην το πατριάρχη βραάμ, μπροστ στν μψυχη κα λογικ σκην 
το Θεο. μψυχη ατ σκηνή, Παναγία, ποδέχθηκε χι νέργεια Θεο, λλ οσιαστικ τ διο τ Πρόσωπο το Υο κα Θεο. ς νιώσουν καλ πς σ τίποτα δν μπορον ν συγκριθον μαζί της «χρυσοσκέπαστη σ᾿ λα της κιβωτς» κα χρυσ στάμνα πο εχε τ μάννα κα πτάφωτη λυχνία κα χρυσ τράπεζα τς προθέσεως κι λα τ᾿ λλα τ παλιά. Τν τιμή τους τν παιρναν 
π τν Παρθένο πο προεικόνιζαν, σν σκις το ληθινο προτύπου.Σήμερα καινούργιο βιβλίο τοίμασε Λόγος – Θεός, 
πο πλασε τ πάντα κα πο νάβλυσε π τν καρδι το Πατέρα, γι ν γραφτε διος μέσα σ᾿ ατ σν μ κοντύλι, μ τ γλώσσα 
το Θεο, τ γιο Πνεμα.
Τ πρόσωπο ατς τς κόρης «θ κετεύσουν ο πλούσιοί του λαο».Τν κόρη ατ θ προσκυνήσουν ο βασιλιδες τν θνν προσφέροντας δρα. Τν κόρη ατ θ δηγήσεις στ Θεό, 
στ βασιλι τν λων, ντυμένο στ «χρυσ κρόσσια» τ στολίδια 
τν ρετν, κα στολισμένη μ τ χάρη το Πνεύματος, 
κι « δόξα τς εναι μέσα της». Γιατ ν δόξα κάθε γυναίκας 
εναι ντρας πο στέκεται στ πλάι της, τς Παναγίας δόξα 
εναι π μέσα, καρπς τν σπλάχνων της.
  *λόγος στην Γέννηση της Υπεραγίας Θεοτόκου


7 Σεπτεμβρίου 2019

«Θεός είσαι, ό,τι θέλεις κάνεις» π.Στέφανου Αναγνωστόπουλου


“Κύριε, πρόσθες ημίν πίστιν…”
.
από το ΒΙΒΛΙΟ : ΄΄ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ΄΄
ΠΡ. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

Κάποιος ιερεύς, προ του 1940, καθώς μου διηγείτο ένας εγγονός του, πήγε ένα πρωινό, πού ήταν γιορτή, στην Εκκλησία, για να λειτουργήσει. Τα καντήλια ήταν όλα σβηστά, γιατί από κάποιο σπασμένο τζάμι έμπαινε αέρας. Τα είχε σβήσει όλα, ακόμα και το ακοίμητο καντήλι. Στενοχωρήθηκε ο παππούλης, γιατί ήταν ευλαβής. Ψάχνεται για σπίρτα, δεν είχε. Κοιτάζει στο παγκάρι, κοιτάζει στα ντουλάπια, ψάχνει από δω, ψάχνει από κει; δεν βρίσκει τίποτα. Του ‘ρθαν δάκρυα στα μάτια, γιατί έπρεπε να πάει πάλι πίσω στο σπίτι. Ήταν όμως  χειμώνας, έβρεχε, φυσούσε δυνατός αέρας, παγωμένος βοριάς, επικρατούσε μεγάλη κακοκαιρία…
Ξαφνικά λοιπόν, γυρίζει πίσω του, κοιτάζει…το θυμιατό ήταν αναμμένο! ‘ Υπήρχαν μέσα κάρβουνα
ολοκόκκινα! (Την παλαιά εποχή είχαν κάρβουνα. Τα πρόλαβα κι εγώ βέβαια. Είχαμε ένα μικρό μαγκάλι, άναβε ο καντηλανάφτης από πολύ πρωί τα κάρβουνα, κοκκίνιζαν αυτά και παίρναμε έπειτα με τη μασιά, βάζαμε στο θυμιατό και πάνω σ’ αυτό ρίχναμε το θυμίαμα.) Αφού είδε λοιπόν το θυμιατό αναμμένο και το κοίταζε με έκπληξη, έβαλε ένα χαρτάκι, το άναψε, μ’ αυτό άναψε ένα κερί και με το κερί άναψε πρώτα το ακοίμητο καντηλάκι και υστέρα όλα τ άλλα καντήλια.
Κάθε τόσο γύριζε και κοίταζε το θυμιατό. και έλεγε: 
-Μπρε, μπρε, μπρε, τι θαύματα κάνει ο Θεός! Όταν θέλει, κάνει θαύματα!… τι θαύμα ήταν πάλι τούτο!
Ήρθε κατοπινό ψάλτης, άρχισε ο Όρθρος, το θυμιατό παρέμενε ολοκόκκινο! Στην ένάτη ωδή, την” Τιμιωτέραν”, το παίρνει για να θυμίαση και βλέπει μέσα από το θυμιατό να βγαίνουν ευώδεις στήλες καπνού, σαν να είχε ρίξει μέσα θυμίαμα!
— Μα, εγώ, λέει, δεν έβαλα θυμίαμα! Κύριε, ελέησον! Τέλος πάντων, είπε, και, γυρνώντας προς την Αγία Τράπεζα, πρόσθεσε: ·
– Θεός είσαι, ό,τι θέλεις κάνεις!
Σε λίγο ήρθε ο εγγονός του.
– Μην το πειράξεις, του λέει, καθόλου το θυμιατό. Άφησε το έτσι, γιατί ο Θεός ό,τι θέλει κάνει, αγοράκι μου, ό,τι θέλει κάνει!…
—Καλά, παππού, είπε το παιδάκι.
Όσες φορές λοιπόν χρειάστηκε να θυμιατίσει από την Πρόθεσι μέχρι το τέλος της Θείας Λειτουργίας, το θυμιατό ήταν ολοκόκκινο, με αναμμένα τα κάρβουνα και πάντοτε έτοιμο για θυμιάτισμα- έβγαζε από μόνο του και μπροστά στα μάτια του εγγονού θυμίαμα ευώδες! Μόλις το έπαιρνε, έβγαιναν ευωδέστατοι καπνοί μυρίων αρωμάτων, οι όποιοι απλώνονταν σε ολόκληρο τον Ναό. Όλος ο Ναός ευωδίαζε!
Έκανε εντύπωση και στους χριστιανούς και, όταν τελείωσε ή Θεία Λειτουργία, του έλεγαν:
— “Ε, παπα μου, πού το βρήκες αυτό το καλό θυμίαμα;
Στον εγγονό του είπε τα εξής: — Μην το πεις πουθενά, μόνο όταν πεθάνω. Θεός είναι, ό,τι θέλει κάνει. Θεός είναι, ό,τι θέλει κάνει!…
Αυτά έλεγε ο παπα Γιάννης από τον Τσεσμέ…

4 Σεπτεμβρίου 2019

ΕΝΟΡΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ


Για τις ανακοινώσεις του Σεπτεμβρίου πατήστε εδώ


Παντρεύομαι σημαίνει δέχομαι τον άλλο όπως είναι 
γιατί τον αγαπώ

Παντρεύομαι σημαίνει ότι αγωνίζομαι, κάνω τα πάντα για να δίνω χαρά σ’ αυτόν που αγαπάω. Άρα λοιπόν υπάρχει μια κοινή πορεία και των δύο, δηλαδή το ότι ο άλλος με δέχεται,
δεν γεννάει ασυλία του εγωισμού μου, αφού με δέχεται όπως είμαι. Σε δέχεται γιατί σε αγαπάει, εσύ αγαπάς; Τότε διορθώσου.
Τότε αφού βλέπεις ότι κάτι ενοχλεί τον άλλο, διόρθωσέ το. Όταν ακούω ανθρώπους να λένε: «εγώ αυτός είμαι ή εγώ αυτή είμαι,
δεν αλλάζω», τους λέω: «Κακώς παντρευτήκατε, γιατί όταν κάποιος αγαπάει, αλλάζει.» Δεν αλλάζω σημαίνει δεν αγαπάω. Τα υπόλοιπα είναι περιττά.

 Μητροπολίτου, Σισανίου και Σιατίστης Παύλος

2 Σεπτεμβρίου 2019

Χριστέ και Παναγιά ..!


Τόσοι στίχοι κα τόσες ρίμες· τόσες μελωδίες κα τόσες φωνές σ πίκλιση το ορανο. ʼἌσματα κα τραγούδια, δημοτικ κα λαϊκά, ντεχνα (μ κα τεχνα)· νθρώπινα κελαηδήσματα πο τν ρωτα μελωδον, κα τ δικο ντιμάχονται· πο τ χαρ κοινωνον, κα τ θλίψη παρηγορον· πο τ μοίρα ξορκίζουν, κα τ θάνατο περβαίνουν. 

 Τραγούδια το λαο μας πο χώρεσαν σ στίχους, βίαστα κα νεπιτδευτα, το Χριστο τ νομα κα τς Παναγίας τ χάρη. 


ʼὈχι, δν πρόκειται γι να λα γιο· φο πάθη κουβαλ κι δυναμίες, πως κάθε λαός, πως κάθε νθρωπος. ποτέλεσε μως διαχρονικά, να λα πο πελεξε στ συλλογικό του βίο ν θέσει ς σημεο ναφορς, ς κέντρο σταθερό , τ θεο κα τ ερό. Σήμερα πο τοτο τ κέντρο χάνεται φοβάμαι, πς μαζ μ τʼ λλα, θ στερηθομε κα τ τραγούδια κενα, πο θ μποροσαν στ μέλλον ν μς συγκινσουν ληθινά.

π. Μιλτιάδης Ζέρβας